Η οστεοπόρωση είναι μία πάθηση των οστών, η οποία προσβάλλει κυρίως τις γυναίκες στην εμμηνόπαυση. Χαρακτηρίζεται από προοδευτική αποδυνάμωση της οστικής μάζας και διαταραχή της αρχιτεκτονικής τους. Η μείωση της οστικής πυκνότητας συμβαίνει ’’σιωπηλά’’, χωρίς να δίνει συμπτώματα και προοδευτικά, με την πάροδο των χρόνων.
Πως προκαλείται η οστεοπόρωση
Τα οστά μας είναι ένας ζωντανός ιστός που συνεχώς αλλάζει μέσω της οστικής αναδόμησης, κατά την οποία νέα κύτταρα αντικαθιστούν τα παλιά. Στην ηλικία μεταξύ 20-30 ετών η οστική μάζα φτάνει στη μέγιστη τιμή της και διατηρείται στα ίδια επίπεδα μέχρι την ηλικία των 35 ετών περίπου. Μετά την ηλικία των 35 ετών όμως αρχίζει η σταδιακή απώλεια της οστικής μάζας με ένα ρυθμό 0,3%-0,5% το χρόνο όπου ειδικά στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, εξαιτίας της μείωσης των οιστρογόνων, ο ρυθμός αυτός αυξάνεται σημαντικά.
Παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση
Η οστική μάζα των γυναικών είναι μικρότερη από εκείνη των ανδρών. Αν προσθέσουμε και την απότομη μείωση των οιστρογόνων στην εμμηνόπαυση, γίνονται πιο ευάλωτες και έρχονται αντιμέτωπες πολύ νωρίτερα με αυτή τη ‘’σιωπηλή ασθένεια’’. Συχνά το πρώτο σύμπτωμα της νόσου είναι το κάταγμα, που ενώ μπορεί να συμβεί σε διάφορα οστά, εντοπίζεται τις περισσότερες φορές στους σπονδύλους του αυχένα, στο μηριαίο οστό ή στον καρπό. Οι κυριότεροι προδιαθεσικοί παράγοντες για την ανάπτυξη οστεοπόρωσης είναι η ηλικία, η κληρονομικότητα, η εμμηνόπαυση, η αφαίρεση των ωοθηκών, διατροφικοί παράγοντες λόγω έλλειψης ασβεστίου και βιταμίνης D, η κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα, ο χαμηλός δείκτης μάζας σώματος, η καθιστική ζωή και η απουσία σωματικής άσκησης.
Πως γίνεται η διάγνωση της οστεοπόρωσης
Η αξιολόγηση της ασθενούς με οστεοπόρωση περιλαμβάνει αρχικά:
1) Λεπτομερές ιατρικό ιστορικό
2) Πλήρη κλινική εξέταση
3) Γενικές εξετάσεις αίματος, όπου ελέγχεται η λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα, των νεφρών και του ήπατος.
4) Εξέταση βιοχημικών δεικτών όπως επίπεδα ασβεστίου και βιταμίνης D στο αίμα
5) Ειδικές εξετάσεις αίματος και ούρων (οστικοί δείκτες) που προσδιορίζουν προϊόντα είτε οστικής αποδόμησης ή οστικού σχηματισμού
Η βασική εξέταση με την οποία ελέγχουμε την οστική πυκνότητα ονομάζεται οστική πυκνομετρία. Πρόκειται για μία ακτινογραφική εξέταση στην σπονδυλική στήλη, στο ισχίο ή στον καρπό που μας δείχνει με σαφήνεια την κατάσταση των οστών. Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας θα πρέπει να γίνεται ετησίως και αφορά:
1) τις γυναίκες πάνω από 65 ετών
2) γυναίκες κάτω των 65 ετών που έχουν παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη οστεοπόρωσης
3) γυναίκες που βρίσκονται στην περιεμμηνόπαυση και έχουν παράγοντες κινδύνου όπως χαμηλό δείκτη μάζας σώματος και ιστορικό οστεοπορωτικού κατάγματος
Πρόληψη της οστεοπόρωσης
Σημαντικό ρόλο στις πιθανότητες που έχει μια γυναίκα να αναπτύξει οστεοπόρωση κατά τη διάρκεια της ζωής της παίζουν γενετικοί παράγοντες. Δεν πρέπει όμως να παραβλέπουμε πως ο υγιεινός τρόπος ζωής βοηθάει τα μέγιστα στην υγεία των οστών. Η πρόληψη θα πρέπει να αρχίζει από την παιδική ηλικία και να γίνεται προσπάθεια ‘’αποθήκευσης’’ όσο το δυνατόν μεγαλύτερης ποσότητας οστικής μάζας που θα προστατεύει το σκελετό της γυναίκας για όλη της τη ζωή. Οι γυναίκες θα πρέπει από νεαρή ηλικία να διατηρούν ένα υγιεινό και ισορροπημένο πρόγραμμα διατροφής, πλούσιο σε ασβέστιο, πρωτεΐνες και βιταμίνη D, να γυμνάζονται συστηματικά και να αποφεύγουν το κάπνισμα και την καθημερινή λήψη αλκοόλ.
Θεραπεία της οστεοπόρωσης
Ένας σημαντικός αριθμός φαρμάκων έχει εγκριθεί από τους Διεθνείς Οργανισμούς για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Πρέπει να τονισθεί πως κάθε φαρμακευτική θεραπεία πρέπει να εξατομικεύεται και να συνοδεύεται από αλλαγές στον καθημερινό τρόπο ζωής προκειμένου να αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η διάρκεια της θεραπείας εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα μπορέσει να σταματήσει ο ρυθμός της οστικής απώλειας και να σταθεροποιηθεί η οστική πυκνότητα στα επιθυμητά επίπεδα. Τα κυριότερα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι η καλσιτονίνη, τα οιστρογόνα, τα διφωσφονικά, τα φθοριούχα, η ραλοξιφαίνη, το ασβέστιο και η βιταμίνη D.